Book:Ιωάννειο Κόμμα by Νικόλαος Σωτηρόπουλος

From Textus Receptus

Revision as of 21:42, 23 May 2020 by Nick (Talk | contribs)
(diff) ←Older revision | Current revision (diff) | Newer revision→ (diff)
Jump to: navigation, search

Α' Ίωάν. 5:7-8

«ΟΤΙ ΤΡΕΙΣ ΕΙΣΙΝ ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΟΥΝΤΕΣ ΕΝ ΤΩ ΟΥΡΑΝΩ... ΚΑΙ ΤΡΕΙΣ ΕΙΣΙΝ ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΟΥΝΤΕΣ ΕΝ ΤΗ ΓΗ»

«"Οτι τρεις είσιν οί μαρτυρούντες εν τω ούρανω, 6 Πατήρ, 6 Λόγος καί τό "Αγιον Πνεύμα, και ουτοι οί τρεις εν είσι, κ α ί τρεις είσιν οί μαρτυρούντες εν ττ\ γή, τό Πνεύμα καί τό ύδωρ καί τό αιμα, καί ούτοι οί τρεις εις τό εν είσιν».

Εις τό χωρίον τούτο περιέχεται τό πολυθρύλητον «Κόμμα Ιωάννου». Ούτως ώνομάσθη και εινε γνωστόν εις την Ιστορίαν της κριτικής τού κειμένου τής Καινής Διαθήκης τό τμήμα τού χωρίου «εν τ φ ούρανφ, ό Πατήρ, ό Λόγος και τό "Λγιον Πνεύμα, και ουτοι οί τρεις εν είσι, καί τρεις είσιν οί μαρτυρούντες εν τή γή». Τό «κόμμα Τωάννου» κατέστη πολυθρύλητον λόγιρ τής διχογνωμίας και τού μεγάλου θορύβου περί τό ζήτημα τής γνησιότητος αύτού. Πολλά έγράφησαν υπέρ, και πολλά κατά τής γνησιότητος αύτού. Σήμερον δε γενικώς ή κριτική άρνέΐται τήν γνησιότητα αύτού, διότι έλλείπει έκ των γνωστών αρχαίων ελληνικών χειρογράφων, πολλών λατινικών χειρογράφων, πασών τών άρχαίων μεταφράσεων πλήν τής Βουλγάτας, τών συγγραμμάτων τών Ελλήνων Πατέρων και έκκλησιαστικών συγγραφέων προ τού 12ου αιώνος καί πολλών Λατίνων Πατέρων καί εκκλησιαστικών συγγραφέων.

Ώς προς τήν προέλευσιν τού «Κόμματος Τωάννου» διάφοροι διετυπώθησαν είκασίαι. Κατά μίαν δ’ εξ αυτών, ή όποια σήμερον θεωρείται πιθανωτέρα, περιέχει δέ πλήθος έπί μέρους είκασιών(Ι), χριστιανός έν Τσπανίμ κατά τον 3ον ή 4ον αιώνα κατεσκεύασε λατινιστί τήν φράσιν «τρεις είσιν οί μαρτυρούντες έν τ φ ούρανφ.

528

ό Πατήρ, ό Λόγος και τό "Αγιον Πνεύμα, και ουτοι τρεις εν είσι», και πιθανώς άνέγραψεν αύτήν εις την φαν τού εις την κατοχήν του λατινικού χειρογράφου τής Α' Ίωάννου παρά τον στίχ. 8. Μεταγενέστερον δε άντιγραφεύς, έπειδή ένόμισεν, δτι ή φράσις αυτή άνήκεν εις τό κείμενον, εκ τής φας παρενέβαλεν αύτήν εις αύτό, προσθέσας άμα την φράσιν ΐη ΐειτ» (εν τή γή) χάριν αντιστοιχίας προς τήν φράσιν ΐηοοείο (εν τφ ούρανφ). Ούτω τό «κόμμα Ίωάννου» εμφανίζεται τό πρώτον εις τήν Ισπανίαν ώς μέρος τής Λατινικής Βίβλου από τού 380, και ταχέως διαδοθέν έγένετο αποδεκτόν παρ’ όλου τού λατινοφώνου χριστιανικού κόσμου ώς γνήσιον Γραφικόν χωρίον. Έκεΐθεν δέ τούτο παρελήφθη εις τήν Ανατολήν μετά τον 11 ον αιώνα, μετεφράσθη εις τήν Ελληνικήν και είσήχθη εις τό κείμενον όλιγίστων χειρογράφων τού 15ου αίώνος, οθεν παρελήφθη και περιελήφθη εις τήν Κομπλουτιανήν έκδοσι τής Καινής Διαθήκης, τήν τρίτην έκδοσιν τού Εράσμου (1522) και τάς άλλας ξενογλώσσους μεταφράσεις. ’Αλλ’ εξ όλων τών νεωτέρων κριτικών εκδόσεων τού ελληνικού κειμένου και τών ξένων μεταφράσεων τό χωρίον άπηλείφθη ώς νόθον.

Ή κριτική συνήθως ρέπει προς τήν άρνησιν παρά προς τήν θέσιν. Αλλά τά επιχειρήματα τής αρνητικής κριτικής κατά τής γνησιότητος τού «Κόμματος Ίωάννου» δεν εινε αναντίρρητα καί αποφασιστικά. Ή απουσία τούτου έκ τών γνωστών αρχαίων έλληνικών χειρογράφων δεν σημαίνει άναγκαίως, δτι τούτο δεν περιείχετο εις τό αρχικόν κείμενον. Θά ήδυνάμεθα νά συμφωνήσωμεν μετά τών θεωρούντων τό χωρίον νόθον, εάν προ ημών εΐχομεν άρχαιότατα χειρόγραφα, τουλάχιστον τού 2ου αίώνος, καί έβλέπομεν, δτι δεν περιέχουν τό χωρίον. Αλλά τά διασωθέντα χειρόγραφα δεν εινε αρχαιότερα τού 4ου αίώνος. Τό αύτό ισχύει καί διά τήν απουσίαν τού χωρίου εκ τών συγγραμμάτων τών άρχαίων Ελλήνων Πατέρων καί έκκλησιαστικών συγγραφέων. Πλείστα έκ τών συγγραμμάτων τούτων άπωλέσθησαν. Πρέπει δέ νά ληφθή ύπ’ όψιν καί τούτο, δτι κατά τήν άντιγραφήν τών άγιογραφικών κειμένων έγίνοντο καί λάθη, παραλείψεις λέξεων καί φράσεων καί όλοκλήρων ένίοτε χωρίων, «διορθώσεις» κατά τό δοκούν, προσθαφαιρέσεις καί παραποιήσεις, δπως καί ό Ωριγένης μαρτυρεί: «Νυνί πολλή γέγονεν ή τών άντιγράφων διαφθορά, είτε άπό Ραθυμίας τινων γραφέων, είτε άπό τόλμης τινών μοχθηρός τής διορθώσεως τών γραφομένων, είτε καί άπό τών τά έαυτοΐς δοκούντα έν τή διορΌώσει προστιθέντων ή άφαιρούντων» (ΡΟ 13, 1293Α). Έρωτώμεν: Δεν ήτο δυνατόν τό έπίμαχον χωρίον νά ήτο γνήσιον, και διά τινα εκ των λόγων τούτων κατά την αντιγραφήν νά έξέπεσεν έκ του κειμένου των εις την Ελληνικήν διασωθέντων χειρογράφων εις χρόνον εγγύτατα προς τον χρόνον τής συγγραφής τής Α' Ίωάννου, και οΰτω νά παρουσιάζεται άγνωστον εν τή Ανατολή;

Τό έν Έβρ. 1:6 παρατιθέμενον χωρίον, «καί προσκννησάτωσαν αύτφ πάντες άγγελοι Θεού», δεν περιέχεται είς τό Εβραϊκόν κείμενον, ούτε εις τήν Χαλδαϊκήν παράφρασιν, άλλ’ εις τήν Μετάφρασιν των Ο' (Δευτ. 32:43). Επειδή δε τό χωρίον τούτο δεν περιέχεται εις τό Εβραϊκόν κείμενον και τήν Χαλδαϊκήν παρά- φρασιν, αλλά μόνον εις τήν Μετάφρασιν των Ο', δυνάμεθα νά ειπωμεν, ότι δεν εινε γνήσιον; Τήν γνησιότητά του έγγυάται ό θεόπνευστος συγγραφεύς τής προς Εβραίους Επιστολής, δστις παραθέτει τούτο έν αύτή. Σημειωτέον δέ, δτι έπϊ των ημερών ήμών εύρέθη τούτο εις τά χειρόγραφα τής Νέκρας Θαλάσσης.

Επίσης, τό έν Ίακ. 4:5 παρατιθέμενον χωρίον, «Προς φθόνον έπιποθει τό Πνεύμα δ κατφκησεν έν ήμΐν», ούδαμού τού κειμένου ή μεταφράσεως ή παραφράσεως τής Παλαιάς Διαθήκης εύρίσκεται. Αλλά θά ήδυνάμεθα διά τούτο νά θεωρήσωμεν αύτό νόθον; Ή θεοπνευστία τού Αποστόλου, δστις παραθέτει αύτό ώς λόγον τής Γραφής, έγγυάται τήν γνησιότητά του.

Τό «Κόμμα Ίωάννου» δεν εινε άμάρτυρον έν τή έκκλησιαστική γραμματείς, άλλ’ άρκούντως μεμαρτυρημένον. Ό Τερτυλλιανός (155-240), γράφων κατά τού αιρετικού Πραξέα περϊ τού Πατρός, τού Υιού και τού Παρακλήτου, χρησιμοποιεί τήν φράσιν qui tres unum sunt (ΡΓ 2, 21 1 ( 2 ). Ή φράσις αϋτη δεν άποδεικνύει, δτι ό Τερ- τυλλιανός έγνώριζε τό περίφημον «Κόμμα Ίωάννου», ένθα περί των τριών προσώπων τής Θεότητος γράφεται, «οντοι οί τρεις έν εισιν»;

Ό Κυπριανός, έπίσκοπος Καρχηδόνος (248-258), γράφει: Εgo et Pater unum sumus. Et iterum de Patre et Filio et Spiritu Santo scriptum est: Et hi tres unum sunt (De unitate Ecclesiae, VI. ΡΓ4,519Β). Δέν εινε ένταύθα σαφέστατον, δτι ό Κυπριανός άναφέρεται είς τά δύο δμοια χωρία, «Έγώ και ό Πατήρ έν έσμεν» (Ίωάν. 10:30), «ό Πατήρ, ό Λόγος καί τό "Αγιον Πνεύμα, καί οντοι οί τρεις έν είσιν» (Α' Ίωάν. 5:7); Ό ισχυρισμός, δτι ό Κυπριανός δέν άναφέρεται είς τό «Κόμμα Ίωάννου», άλλ’ άγνοει αύτό, διότι ούτος περί τού δευτέρου προσώπου τής Αγίας Τριάδος χρησιμοποιεί τό δνομα Υ'ιός (Ρϊΐίιΐδ), ένώ εις τό «Κόμμα Ίωάννου» χρησιμοποιείται τό δνομα Λόγος, εινε άστειος καί γελοίος, καί φανερώνει άρνητικήν διάθεσιν καί κλίσιν της καρδίας απέναντι τής αλήθειας. Ό Κυπριανός άναφέρεται είς τό χωρίον έλευθέρως, δχι κατά λέξιν, δπως πολλάκις συμβαίνει κατά τάς άναφοράς εις Γραφικά χωρία καί άλλας ρήσεις.

Τό περιμάχητον χωρίον γνωρίζουν καί μεταγενέστεροι Λατίνοι συγγράφεις, δπως ό Πρισκιλλιανός, επίσκοπος Άβήδης (380 ή 384) (Οοιριίδ δοήρι. Εδδίεδΐαε Ιαίΐηαε, τ. 18, σ. 6), καί ό Βιγίλιος Ταδρεπδίδ (1-389) (ΡΓ 62,359ΑΒ).

Τό χωρίον γνωρίζει επίσης ή Εκκλησία τής Αφρικής. Τό 484 τεσσαράκοντα επίσκοποι τής Εκκλησίας ταύτης είς ομολογίαν πίστεως έπιδοθεισαν εις τον βασιλέα των Βανδάλων Ούνέρικον περιέλαβον αύτό αυτολεξεί ώς χωρίον του Ίωάννου: Ττεδ δΐιηΐ ςιιΐ ΙεδΙΐπιοηΐιίΓη ρειΐιΐύεηΐ ΐη οοείο, Ραΐ &τ, νεΛυπα εΐ δρίήΐιΐδ δαηεΐιΐδ. Εΐ Κι ΐΓεδ ιιηιιπι δυηΐ. (Παρ’ Εύγ. Βουλγάρει έν Έρμην. είς Έπιστ. Παύλου ύπό Εύθ. Ζιγαβηνοϋ, έκδ. Ν. Καλογερά, Β', ύποσημ. είς Α' Ίωάν. ε' 8, σελ. 632). γ Ητο δυνατόν ή Εκκλησία τής Αφρικής διά τεσσαράκοντα έπισκόπων νά χρησιμοποίηση τό χωρίον είς ομολογίαν πίστεως, εάν αύτό δεν ήτο γνήσιον, ή, έστω, εάν ύπήρχεν αμφιβολία καί άμφισβήτησις ώς προς την γνησιότητα αύτοϋ;

"Ετι μεταγενέστερον γνωρίζουν καί παραθέτουν τό χωρίον ό Φουλγέντιος Κιΐδρεηδΐδ (533) (ΡΓ 65,224Α,224Β, 500(3), ό Κασσιόδωρος (475-570) (ΡΓ70, 1373Α)καί ό Ισίδωρος ό Σεβίλλης (560-639) (ΡΓ 83,1203).

Άνεφέραμεν τούς άρχαιοτέρους εκ των Λατίνων συγγραφέων, οί όποιοι έγνώριζον τό χωρίον.

Τέλος δ’ άναφέρομεν, δτι τό χωρίον άπαντφ καί είς πάπυρον, ό όποιος χρονολογείται περί τό τέλος τού 7ου αίώνος καί προφανώς άντιπροσωπεύει παλαιότερον κείμενον (Παρά Λ. Γειτιοηηγει·, Οοιυιηα ■ΙοΗαηηίςιιε, έν Γουΐδ ΡϊγοΙ, ΟίοΐίοημαίΓε δε 1η Βΐδίε, 1934, II, σ. 69 έξ.). 1

Τό χωρίον έχρησιμοποιήθη κατά τών αιρετικών. Ούτως ό Τερτυλλιανός έχρησιμοποίησεν αύτό έναντίον τού Πραξέα, καί ό Βιγίλιος και ό Φουλγέντιος εναντίον των Άρειανών και Σαβελλιανών. Έάν τό χωρίον ήτο νόθον ή αμφίβολον, θά έχρησιμοποιεΐτο έναντίον των αιρετικών, άφοϋ μάλιστα υπάρχουν πλήθος άλλα χωρία εναντίον αυτών; Και αν έχρησιμοποιεΐτο, δεν θά άντέκρουον οί αιρετικοί τούς πολεμίους των καταγγέλλοντες αύτούς, δτι χρησιμοποιούν νόθον ή αμφίβολον χωρίον; Ούδεμία μαρτυρία ύπάρχει, δτι οί αιρετικοί ήρνήθησαν ή ήμφεσβήτησαν την αυθεντικότητα τού χωρίου.

1. Αί μαρτυρίαι περί τού «Κόμματος Ίωάννου» μετά τών σχετικών παραπομπών καί ώρισμένα έπιχειρήματα περί τής γνησιότητος αύτού έλήφθησαν έκ τού σπουδαίου άρθρου «Κόμμα Ίωάννου» έν τή θρησκευτική καί Ηθική Έγκυκλοπαιδείμ, τ. 7, σελ. 760-764 τού καθηγητού Παν. X. Δημητροπούλου.

Επίσης, αν τό χωρίον δεν ητο αύθεντικόν, πώς θά περιελαμβάνετοείς την Βουλγάταν;

Δεδομένου δέ καί τούτου, δτι τό χωρίον άπαντςί καί εις "Ελληνας Πατέρας καί εκκλησιαστικούς συγγραφείς μετά τον 11 ον αιώνα, καθώς καί εις τέσσαρα ελληνικά χειρόγραφα χρονολογούμενα μεταξύ τού 15ου καί τού 16ου αίώνος, περιελήφθη δέ εις την Κομπλουτιανήν έκδοσιν, την τρίτην έκδοσιν τού Εράσμου καί τό Τβχΐυδ Κ,βοβρίυδ, διατί νά δεχθώμεν, δτι τό χωρίον ήλθεν εις τήν Ελληνικήν γραμματείαν εκ τής Λατινικής μεταφρασθέν; Διατί ν’ άποκλείσωμεν, δτι τούτο άνεκαλύφθη εις τήν Ελληνικήν γλώσσαν, δθεν ύστερον έχρησιμοποιήθη ύπό Ελλήνων Πατέρων καί περιε- λήφθη εις τό ελληνικόν κείμενον; Σήμερον οί κριτικοί απορρίπτουν τό χωρίον. Άλλ’ οί Λατίνοι καί οί "Ελληνες, οί όποιοι προ αύτών έδέχθησαν τό χωρίον, δεν ειχον άράγε επιχειρήματα υπέρ αύτοΰ, τά όποια ήμεΐς σήμερον άγνοούμεν;

'Υπέρ τής γνησιότητος τού «Κόμματος Ίωάννου» συνηγορούν καί φιλολογικοί καί θεολογικοί λόγοι.

Εις τάς παραθέσεις τού χωρίου ύπό Λατίνων συγγραφέων υπάρ¬ χουν ψραστικαί διαφοραί εν συγκρίσει προς άλλήλας καί προς τό κείμενον τής Βουλγάτας, αί όποΐαι έχουν σπουδαιοτάτην σημασίαν διά τό ζήτημα ημών. Ή φράσις «οί μαρτυρούντες» εις μέν τήν Βουλγάταν αποδίδεται ςιιϊ ΐβδίΐπιοηϊυιτι <3&ηΐ, εις δέ τάς παραθέσεις άλλοτε μέν ςυαείεδίΐιυοηΐυηιάΐουηΐ, άλλοτε δέ ςυίωδίίπιοηΐυπιρβΓΗΐΙκϊηΐ, καί εις τον μνημονευθέντα πάπυρον φαί ωδίίΠοαηΐιΐΓ. Αί φραστικοί αύταί διαφοραί έξηγούνται άπολύτως έάν δεχθώμεν, δτι εινε διά¬ φοροι αποδόσεις τού έλληνικοΰ κειμένου ή δΓ άπ’ εύθείας μετα- φράσεως, ή, τό πιθανώτερον, λόγφ χρήσεως παλαιοτέρων μετα¬ φράσεων. Κατά τήν μετάφρασιν άλλος μετέφρασεν ούτως καί άλλος άλλως, χρησιμοποιών έκαστος τάς κατά τήν γνώμην του καταλ¬ ληλοτέρας λατινικάς λέξεις προς καλλιτέραν άπόδοσιν τού έλλη-


532


νικοϋ κειμένου. Κατά ταϋτα δέον νά δεχθώμεν δτι, ένφ εις την Ανατολήν τό «Κόμμα Ίωάννου» ενωρίς ειχεν έκπέσει εκ του κειμέ¬ νου και χαθή, εις την Δύσιν ήτο γνωστόν εκ χειρογράφων, τα όποια ειχον κομισθή εκ τής Ανατολής.

’Άνευ του «Κόμματος Ίωάννου» τό Α' Ίωάν. 5:7-8, ώς ήδη παρετήρησεν ό Ευγένιος Βούλγαρις, παρουσιάζει άσυνήθη συντα¬ κτικήν άνωμαλίαν. Άφοΰ «τό Πνεύμα», «τό ύδωρ» και «τό αιμα» εινε γένους ούδετέρου, όπως εν στίχ. 6 έλέχθη «τό Πνεΰμά έστι τό μαρτυρούν» (δχι «τό Πνεΰμά έστιν ό μαρτύρων»), οϋτω και ενταύθα κανονικώς έπρεπε νά λεχθή «τρία έστι τα μαρ¬ τυρούν τα, τό Πνεύμα καί τό ύδωρ καί τό αιμα, καί τα τρία εις τό εν έστι». Αλλά τώρα λέγεται, «τρεις εισιν οί μαρ- τνρούντες, τό Πνεύμα καί τό ύδωρ καί τό αίμα, καί οί τρεις εις τό εν εισιν». Αντί δηλαδή νά χρησιμοποιηθή γένος ούδέτερον, χρησιμοποιείται γένος αρσενικόν. Έρωτώμεν: Τό αρσενικόν γένος άντι τοΰ ούδετέρου δεν έχρησιμοποιήθη κατ’ έπίδρασιν του αρσε¬ νικού του «Κόμματος Ίωάννου» έν στίχ. 7, «τρεις εισιν οί μαρ- τυρούντες..., ό Πατήρ, ό Λόγος καί τό Αγιον Πνεύμα »; Και άρα δεν πρέπει νά γίνη δεκτόν, δτι είς τό αρχικόν κείμενον υπήρχε τό «Κόμμα Ίωάννου»;

’Άνευ τού «Κόμματος Ίωάννου» οί στίχ. 7-8 γίνονται έπανά- ληψις τού στίχ. 6 και ταυτολογία. Διότι κατά τον στίχ. 6, άφού «καί τό Πνεύμά έστϊ τό μαρτυρούν», προϋποτίθεται, δτι μαρ¬ τυρούν επίσης «τό ύδωρ» και «τό αιμα», συνολικώς δηλαδή τά μαρ- τυροΰντα εινε τρία, δπερ δμως λέγεται και είς τούς στίχ. 7-8, «"Οτι τρεις εισιν οί μαρτυρούντες, τό Πνεύμα καί τό ύδωρ καί τό αιμα».

’Άνευ τού «Κόμματος Ίωάννου» τό «δτι», διά τού όποιου άρχε- ται ό στίχ. 7, ποιαν έννοιαν έχει; ’Άνευ τοΰ «Κόμματος Ίωάννου» προκύπτει τό νόημα, δτι εκτός τοΰ ϋδατος και τού αίματος μαρ¬ τυρεί καί τό Πνεύμα, διότι οί μαρτυρούντες εινε τρεις, τό Πνεύμα καί τό ύδωρ καί τό αιμα. Άλλ’ αύτό τό νόημα προφανώς δεν εινε έπιτυχές. Επιτυχές θά ήτο άλλο νόημα, δτι έκτος τού ϋδα¬ τος καί τού αίματος μαρτυρεί καί τό Πνεύμα, διότι κατά τον νόμον οί μάρτυρες πρέπει νά εινε δύο ή τρεις (Δευτ. 19:15).

Πολλά χειρόγραφα περιέχουν μίαν φράσιν τού «Κόμματος Ίω¬ άννου», τήν φράσιν «έν τή γή». Αύτή δέ ή φράσις έχει νόημα, έάν δι’ αύτής «οί μαρτυρούντες έν τή γ ή» διαστέλλωνται άπό μαρ- τυρούντων άλλαχού, «τών μαρτυρούντων έν τφ ούρανφ».


533


Συνεπώς ή έν λόγω ψράσις συνηγορεί ύπέρ του «Κόμματος Ίωάν- νου». Νομίζομεν δε, ότι ή ΰπαρξις αύτής τής φράσεως εις πολλά χειρόγραφα και ή άπουσία εξ αύτών του υπολοίπου μέρους τοΰ «Κόμματος Ίωάννου» εξηγείται εξ οπτικού άλματος, το όποιον εινε σύνηθες εις τάς άντιγραφάς. Ό άντιγραφεύς τής Α' Ίωάννου άντέγραψε τήν λέξιν «μαρτυρονντες» του στίχ. *7. "Επειτα δε τό βλέμμα του έπεσεν έπι τής αύτής λέξεως «μαρτυρονντες» τοΰ στίχ. 8 και συνεχίζων τήν αντιγραφήν έγραψεν ώς συνέχειαν τήν ακο¬ λουθούσαν εις τό δεύτερον τούτο «μαρτυρονντες» ψράσιν «έν τρ γρ», παραλείψας ούτω τήν συνέχειαν τού πρώτου «μαρτυρονντες», ήτοι τό τμήμα, «έν τφ ούρανφ, ό Πατήρ, ό Λόγος καί τό "Αγιον Πνεύμα, καί ουτοι οι τρεις έν είσι' καί τρεις είσιν οι μαρ¬ τυρούν τες»' . Επειδή δε ή ψράσις «έν τρ γρ» μετά τήν παράλειψιν τοΰ τμήματος περί των τριών μαρτύρων «έν τφ ούρανφ» δεν κα- τενοεΐτο, διά τούτο εις τά πλείστα χειρόγραφα παρελείφθη ώς αδι¬ καιολόγητος και περιττή.

Ή περί τού Πνεύματος, τοΰ υδατος και τού αίματος ψράσις τού στίχ. 8 «καί οί τρεις εις τό έν είσιν», και οί τρεις δηλαδή εινε διά τό έν, συγκλίνουν είς τό έν, μαρτυρούν διά τό έν, ότι ό Ιη¬ σούς εινε ό Υιός τού Θεού, καθ’ ήμάς εινε ψράσις περιττή άνευ


τού «Κόμματος Ίωάννου». Διότι οί στίχ. 5-6 περιέχουν τήν έννοι¬ αν, ότι τό ύδωρ, τό αιμα καί τό Πνεύμα μαρτυρούν, ότι ό Ιησούς εινε ό Υιός τοΰ Θεού. 'Η έν λόγιρ ψράσις τού στίχ. 8 «καί οί τρεις είς τό έν είσιν» καθ’ ήμάς δικαιολογείται, εάν άντιστοιχή προς τήν όμοίαν ψράσιν τού «Κόμματος Ίωάννου» έν στίχ. 7 «καί ουτοι οί τρεις έν είσι», εάν δηλαδή τό «Κόμμα Ίωάννου» εινε γνήσιον.

Έπι πολύ βασανίσαντες τό έπίμαχον καί περιλάλητον χωρίον εΰρομεν καί προσφέρομεν νέον έπιχείρημα ύπέρ τής γνησιότητος αύτού, τό όποιον θεωρούμεν άποφασιστικής σημασίας. Είς τούς στίχ. 7-8 άνευ τού «Κόμματος Ίωάννου» ό Απόστολος τονίζει, ότι εινε τρεις οί μαρτυρούντες, τό Πνεύμα καί τό ύδωρ καί τό αιμα. Άλλ’ εις τον στίχ. 11 γράφει, «Καί αυτή έστίν ή μαρτυρία, δτι ζωήν αιώνιον έδωκεν ήμίν ό Θεός». Οί έρμηνευταί νομίζουν.


1. "Οπως παρατηρούμεν κατά τήν διόρθωσιν τυπογραφικών δοκιμίων, αύτοΰ τού είδους τό λάθος διαπράττουν πολλάκις οί τυπογράφοι, όταν ή αυτή λέξις ή ψράσις άπαντά είς δύο σημεία τού κειμένου ευρισκόμενα τό έν πλη¬ σίον τού άλλου καί τό βλέμμα τού τυπογράφου άπό τού πρώτου σημείου με¬ ταπηδά εις τό δεύτερον.



534


δτι διά του τελευταίου τούτου λόγου ό Απόστολος καθορίζει εις τί συνίσταται ή τριπλή μαρτυρία του Πνεύματος, του υδατος καί τού αίματος, δτι δηλαδή συνίσταται εις τούτο, δτι ό Θεός εδωσεν εις τούς πιστούς ζωήν αιώνιον. Άλλ’ αύτή ή ερμηνεία εΐνε εσφαλ¬ μένη.

Κατά την έρμηνείαν τού Α' Ίωάν. 5:6 εν σελ. 522-527 έξη- γήσαμεν, πώς εννοείται ή μαρτυρία τού υδατος, τού αίματος καί τού Πνεύματος περί τού Ιησού. Επίσης κατά τήν έρμηνείαν τού Α' Ίωάν. 5:10-11 εν τώ β' τόμιρ των ερμηνειών, σελ. 258-260, έξηγήσαμεν, πώς εννοείται ή μαρτυρία, «δτι ζωήν αιώνιον εδωκεν ήμΐν ό Θεός». Αλλως τό ύδωρ, τό αίμα καί τό Πνεύμα μαρτυρούν καί άποδεικνύουν, δτι ό Ιησούς είνε ό Υιός τού Θεού, καί άλλως τήν αυτήν άλήθειαν μαρτυρεί καί άποδεικνύει ή αιώνιος ζωή, τήν όποιαν ό Θεός έδωσε διά τού Ιησού. ’Άλλη είνε ή μαρτυρία τού Πνεύματος, τού υδατος καί τού αίματος, καί άλλη ή μαρτυρία τής αιωνίου ζωής. Εις τήν ψράσιν τού στίχ. 11, «Και αυτή έστιν ή μαρτυρία», τό «καί» έχει προσθετικήν σημασίαν. Ή φράσις ση¬ μαίνει: «Είνε καί αύτή ή μαρτυρία, υπάρχει καί αύτή ή μαρ¬ τυρία».


Ή αιώνιος ζωή, τήν οποίαν ό Θεός έδωσε διά τού Ιησού, είνε τετάρτη μαρτυρία μετά τήν τριπλήν μαρτυρίαν τού Πνεύματος, τού υδατος καί τού αίματος, εινε τετάρτη άπόδειξις, δτι ό Ιησούς εινε ό Υιός τού Θεού. Αύτή δε ή μαρτυρία έχει σημασίαν μόνον διά τούς πιστούς. Διότι αύτοί αισθάνονται εντός των νά σκιρτμ ή νέα ζωή, ή αιώνιος ζωή, καί έχουν οΰτω τήν εσωτερικήν πληροφορίαν καί πεποίθησιν, δτι ό Ιησούς εινε όντως ό Υιός τού Θεού. Εις τούς Ιουδαίους ώς επιχείρημα υπέρ τής μεσσιακής ίδιότητος καί τής θείας υίότητος τού Ιησού δεν δυνάμεθα νά προσαγάγωμεν τήν έσωτερικήν πείραν τών πιστών, δυνάμεθα δμως νά προσαγάγωμεν τό γεγονός, δτι μόνον ό Ιησούς «ήλθε δι’ υδατος και αίματος», μόνον τού Ιησού ή αποστολή συνεδέθη προς τό ύδωρ καί τό αίμα, δπως ή Παλαιά Διαθήκη προέβλεπε, καί τό Πνεύμα διά τών ένερ- ' γειών του έδικαίωσε καί έδόξασε τον Ίησούν.


Αλλ άφού έκείνα, τά οποία μαρτυρούν περί τού Ιησού, εινε τ έ σ σ α ρ α , τό Πνεύμα, τό ύδωρ, τό αίμα καί έπί τή βάσει τού στίχ. 11 ή αιώνιος ζωή, διατί ό Απόστολος λέγει, δτι τρεις είνε οί μαρτυρούντες, τό Πνεύμα καί τό ύδωρ καί τό αίμα; Σκο¬ πίμως ό Απόστολος έκ τών τεσσάρων, τά όποια μαρτυρούν περί


535


του Ίησοΰ, εκλέγει, δημωδώς «ξεχωρίζει», τά τρία, διά ν’ άντιστοιχίση ταϋτα προς τά τρία πρόσωπα τής Θε¬ ότητος, τά όποια εινε μάρτυρες εν ούρανφ. Τοιαϋτα φαινόμε¬ να άπαντώνται εν τή Γραφή και άλλα. Ούτως εν Β' Κορ. 13:1 ό Παύλος τάς τρεις έπισκέψεις του εις την Κόρινθον (δύο παρελ- θούσας και μίαν μελλοντικήν) σχετίζει προς τούς τρεις μάρτυρας τού Δευτ. 19:15. Επίσης εν τή Άποκαλύψει ό Ιωάννης άναφέ- ρεται εις επτά εκκλησίας τής Ασίας (1:4), ένφ εις τήν Ασίαν, τήν άνθυπατικήν Ασίαν, ύπήρχον περισσότεραι έκκλησίαι. Άλλ’ έξελέγησαν σκοπίμως επτά, διά νά σχετισθοΰν προς τον συμβο¬ λικόν άριθμόν επτά, ό όποιος σημαίνει πληρότητα και τελειότη¬ τα. Εις τήν άρχιερατικήν προσευχήν του ό Ιησούς τήν ενότητα, τήν όποιαν ζητεί διά τούς πιστούς, σχετίζει προς τήν ενότητα των προσώπων τής Θεότητος («Γνα ώσιν εν καθώς ήμεΐς εν έσμεν», Ίωάν. 17:22. Ίδέ και στίχ. 11,21). Πρβλ. «Τούς τρεις μεγί¬ στους φωστήρας τής τρισηλίου Θεότητος» έκ τού απολυτίκι¬ ου τής έορτής των Τριών Τεραρχών, και «Εύλογειτε, παιδες, τής Τριάδος ισάριθμοι» έκ τής η' φδής των καταβασιών τής έορ¬ τής τής Ύψώσεως τού Τιμίου Σταυρού.

Τό «ότι», διά τού όποιου άρχεται ό στίχ. 7, δεν συνδέεται προς τά προηγούμενα, όπως οί έρμηνευταί νομίζουν, άλλά προς τά επόμενα. Πλέον συγκεκριμένως, τούτο άντιστοιχει προς τό «καί», διά τού όποιου άρχεται ό στίχ. 8 κατά τό παραδεδεγμένον ελλη¬ νικόν κείμενον, τό όποιον περιέχει τό «Κόμμα Ίωάννου». Και τό μεν « δ τ ι» σημαίνει «διότι, έ π ε ι δ ή » , τό δε «και» ση¬ μαίνει «διά τούτο» ή «διά τούτο καί». ’Έχομεν δηλαδή ένταΰθα τήν άντιστοιχίαν, «"Οτι τρεις εισιν οί μαρτνρούντες έν τφ ούρανφ... καί τρεις εισιν οί μαρτνρονντες έν τη γη», τουτέ- στι: «Διότι τρεις είνε οί μαρτυρούντες εις τον ούρανόν... διά τούτο και τρεις εινε οί μαρτυρούντες εις τήν γήν». Μεταφρά- ζομεν καί άλλως: «Επειδή οί μαρτυρούντες είς τον ούρανόν εινε τρεις... διά τούτο καί οί μαρτυρούντες εις τήν γήν εινε τρεις».

Ή έν λόγφ άντιστοιχία «ότι... καί», τουτέστι, «διότι... διά τούτο», ή, «διότι... διά τούτο καί», εινε έβραϊσμός, καί άποτελει έπιχείρημα, ότι τό «Κόμμα Ίωάννου» προέρχεται έκ τής γραφίδος Εβραίου. Άναφέρομεν καί μεταφράζομεν χωρία, είς τά όποια άπαντμ ό έν λόγψ εβραϊσμός:


536


«"Οτι ταΰτα πάντα έποίησαν, και έβδελυξάμην αυτούς» (Λευϊτ. 20:23).

Διότι επραξαν όλα αύτά, διά τούτο έβδελύχθην αύτούς.

«'Ότι δρυμός έστι, και έκκαθαριεις αύτόν» (Ίησ. Ναυή 17:18).

Διότι εινε δρυμός, διά τούτο θά κατακόψης αύτόν.

«"Οτι επ’ εμέ ήλπισε, και ρύσομαι αύτόν» (Ψαλμ. 90 [91]: 14).

Διότι ήλπισεν εις εμέ, διά τούτο θά λυτρώσω αύτόν.

«"Οτι εϋφρανάς με, Κύριε, εν τοις ποιήμασί σου, και εν τοις έργοις των χειρών σου άγαλλιάσομαι 1 » (Ψαλμ. 91:5[92:4]).

Διότι με ηύφρανες, Κύριε, διά των ποιημάτων σου, διά τούτο δια τα έργα των χειρών σου θά ψάλλω 1 .

«"Οτι παρεπίκραναν τα λόγια τού Θεού και την βουλήν τού Ύψίστου παρώξυναν, και έταπεινώθη εν κόποις ή καρδία αύτών, ήσθένησαν και ούκ ήν ό βοηθών» (Ψαλμ. 106[ 107]: 11-12).

Διότι ήπείθησαν εις τα λόγια τού Κυρίου και τήν βουλήν τού Ύψίστου κατεφρόνησαν, διά τούτο έταπεινώθη εκ τών ταλαιπωριών ή ψυχή των, περιήλθον είς κατάστασιν αδυναμίας και δεν ύπήρχε κανείς, ό όποιος θά έβοήθει.


«"Οτι σύ έπίγνωσιν άπώσω, κάγώ ( = καί εγώ) άπώσομαί σε τού μή ίερατεύειν μοι» (Ώσ. 4:6).

Διότι σύ άπέρριψες τήν γνώσιν, διά τούτο και εγώ θά άπορρίψω σε, διά να μή Ιερατεύης εις εμέ.


«"Οτι έτήρησας τον λόγον τής ύπομονής μου, κάγώ (= κ α ί εγώ) σε τηρήσω έκ τής ώρας τού πειρασμού» (Άποκ. 3:10).

Διότι έφύλαξες τον λόγον τής ύπομονής μου, διά τούτο και έγώ θά σε φυλάξω έκ τής ώρας τής δοκιμασίας».

"Ανευ τού «Κόμματος Ίωάννου» τό Α' Ίωάν. 5:7-8 παρουσιά¬ ζει άνωμαλίαν καί δυσκολίαν καί δεν δίδει εύστοχον καί ικανο¬


ί. "Οτι τό «άγαλλιώμαι» σημαίνει καί «ψάλλω» ή «υμνώ», τούτο άπε- δείξαμεν κατά τήν έρμηνείαν τού Λουκ. 1:46-50 έν τψ β' τόμψ τών έρμη- νειών, σελ. 50-52.


537


ποιητικήν έννοιαν. Άντιθέτως μετά του «Κόμματος Ίωάννου» και λαμβανομένης ύπ’ δψιν τής ειρημένης άντιστοιχίας «δτι ... καί», ή όποια εινε έβραϊσμός, τό χωρίον εινε όμαλώτατον και εύκολονόη- τον και δίδει ύψηλήν και τελείαν θεολογικήν έννοιαν.

Οϋτω τό «δτι», διά του όποιου άρχεται ό στίχ. 7, αφού απο¬ συνδέεται από του στίχ. 6 και άντιστοιχίζεται προς τό «καί», διά του όποιου άρχεται ό στίχ. .8, δεν δημιουργεί πλέον ταυτολογίαν διά τής έπαναλήψεως εν τοΐς στίχ. 7-8 τής έννοιας τοΰ στίχ. 6 περί των τριών μαρτυρούντων, ήτοι του Πνεύματος, τού ϋδατος και τοΰ αίματος.

Ή φράσις «έν τη γη», ή όποια περιέχεται εις πολλά χειρόγρα¬ φα μή περιέχοντα τό ύπόλοιπον τοΰ «Κόμματος Ίωάννου», δικαι¬ ολογείται πλέον ώς άντίστοιχος τής ψράσεως «έν τφ ούρανφ», ή όποια περιέχεται εις τό «Κόμμα Ίωάννου».

Τό άρσενικόν «οί μαρτυροϋντες» διά «τό Πνεύμα καί τό ύδωρ καί τό αίμα» άντί τοΰ κανονικώς αναμενομένου ούδετέρου «τά μαρ- τυροΰντα» έξηγεΐται πλέον έκ τής έπιδράσεως τοΰ άρσενικοΰ «οί μαρτυροϋντες» περί των τριών προσώπων τής Θεότητος, «τον Πα- τρός, τον Λόγον καί τον Άγιον Πνεύματος».

ΟΙ τρεις μάρτυρες, οί όποιοι μαρτυροΰν επί. τής γής, άντι- στοιχίζονται προς τούς τρεις μάρτυρας, οί όποιοι μαρτυροΰν έν ούρανφ, όπως έν Β' Κορ. 13:1 αί τρεις παρουσίαι τοΰ Αποστόλου συσχετίζονται προς τούς τρεις μάρτυρας τοΰ νόμου. Ό Ίώβ λέγει, «έν ονρανοϊς ό μάρτνς μον» (16:19). Καί ό Ψαλμφδός λέγει, «ό μάρτνς έν ούρανφ πιστός» (Ψαλμ. 88:38[89:37]). Ή Παλαιά Δια¬ θήκη όμιλε! δι’ ένα μάρτυρα έν ούρανφ. Τό «Κόμμα Ίωάννου» όμιλε! διά τρε!ς μάρτυρας έν ούρανφ. Εινε δυνατόν νά μή εινε θε¬ όπνευστος, αλλά νά έχη έπινοηθή ή έννοια τών τριών έν ούρανφ μαρτύρων, μάλιστα άφοΰ ό εις έξ αύτών, τό Πνεύμα, εινε μάρτυς έπί τής γής;

Τό «οί τρεις εις τό έν είσιν» περί τών μαρτυρούντων έπί τής γής άντιστοιχίζεται προς τό «οντοι οί τρεις έν είσι» περί τών μαρ¬ τυρούντων έν τφ ούρανφ. ΔΓ άλλων λέξεων, ή ένότης τής μαρ¬ τυρίας τών τριών έπί γής μαρτύρων άντιστοιχίζεται προς τήν ούσια- στικήν ένότητα τών τριών προσώπων τής Θεότητος. Όμοίως εις τήν άρχιερατικήν προσευχήν τοΰ Κυρίου ή ήθική ένότης τών πι¬ στών άντιστοιχίζεται προς τήν ούσιαστικήν ένότητα τών προσώ¬ πων τής Θεότητος (Ίωάν. 17:11, 21-23).

538

Διά τής άντιστοιχίσεως των τριών επί γης μαρτύρων προς τούς τρεις εν ούρανφ μάρτυρας, επίσης τής άντιστοιχίσεως τής ένότητος τής μαρτυρίας των πρώτων προς τήν ένότητα τής ούσίας των προσώπων τής ' Αγίας Τριάδος, καθώς και τής χρησιμοποιήσεως τού ονόματος «Λόγος» άναγόμεθα εις θεολογικά ύψη, εις τά όποια άναβιβάζει ή θεολογία του Ίωάννου. Τό «Κόμμα Ίωάννου» άνταποκρίνεται άριστα προς τήν θεολογίαν και τό ύφος τού ύψιπετεστέρου συγγραφέως τής Καινής Διαθήκης.

Μεταφράζομεν τό πολυθρύλητον χωρίον:

«Διότι τρεις εΐνε οί μαρτυροϋντες εις τον ουρανόν, ό Πατήρ, ό Λόγος και τό "Αγιον Πνεύμα, καί αύτοί οί τρεις είνε εν, διά τούτο καί τρεις εΐνε οί μαρτυρονντες εις τήν γην, τό Πνεύμα καί τό ϋδωρ καί τό αίμα, καί οί τρεις μαρτυρούν διά τό εν 1 ».

ΟΙ τρεις εν ούρανφ, ό Πατήρ, ό Λόγος και "Αγιον Πνεύμα, εννοούνται ώς μάρτυρες εν γενική έννοίμ, όχι εν ειδική· ώς μάρτυρες δηλαδή περί παντός πράγματος, όχι είδικώς περί τής μεσσιακής ίδιότητος και τής θείας υίότητος τού Ιησού. Εις τήν φράσιν τού στίχ. 9, «αϋτη έστίν ή μαρτυρία τού Θεού ήν μεμαρτύρηκε περί τού Υιού αυτού», έρμηνευταί δεχόμενοι τό «Κόμμα Ίωάννου» νομίζουν, ότι «ή μαρτυρία τού Θεού» εινε μαρτυρία τών τριών εν ούρανφ μαρτύρων, «τού Πατρός, τού Λόγου καί τού Αγίου Πνεύματος». Τήν λέξιν δηλαδή «Θεός» εν τή είρημένη ψράσει

  • ι

εκλαμβάνουν εν τή έννοίςι τού Τριαδικού Θεού, οπότε ή φράσις λαμβάνει τήν εξής έννοιαν: «αύτή είνε ή μαρτυρία τού Τριαδικού Θεού περί τού Υιού αύτοΰ». ’Αλλ’ αύτή ή έννοια εινε εσφαλμένη, διότι ό Χριστός δεν είνε Υιός τού Τριαδικού Θεού, άλλά τού Θεού Πατρός. Τό «αϋτη έστίν ή μαρτυρία τού Θεού ήν μεμαρτύρηκε περί τού Υιού αυτού» άναφέρεται εις τήν μαρτυρίαν τού Θεού Πατρός περί τού Υιού αυτού διά «τού ϋδατος», «τού αίματος» καί «τού Πνεύματος» (στίχ. 6, 8).·Ό Θεός Πατήρ φκονόμησε τά πράγματα ούτως, ώστε διά τού Πνεύματος, τού ϋδατος καί τού αίματος νά δοθή μαρτυρία, τριπλή μαρτυρία, περί τού Υιού αύτού, δι* άλλων λέξεων ν’ άποδειχθή, ότι ό Ιησούς εινε ό Υιός τού Θεού σεσαρκωμένος, ό Μεσσίας, όπως ή Παλαιά Διαθήκη προέβλεπε καί ό ίδιος ό Ιησούς διεκήρυττεν.


1. "Η, καί οί τρεις άναφέρονται εις τό έν

Personal tools